Ας πάμε με τον νου μας στα χρόνια που ήρθε ο Χριστός. Τρεις κατηγορίες ανθρώπων είχε προς τους οποίους έπρεπε να απευθυνθεί: στους Ιουδαίους, στους ειδωλολάτρες και στους αδιάφορους για την θρησκεία, ανάμεσα στους οποίους δέσποζαν οι φιλόσοφοι.
Η αυτάρκεια εμπόδιο
Οι Ιουδαίοι έζησαν την διαθήκη, την συμφωνία του Θεού με τον Αβραάμ και τους απογόνους του, ότι θα τον ευλογήσει και θα δοξάσει το όνομά του, εφόσον έκανε υπακοή στο θέλημά Του και έφευγε από την γη της Μεσοποταμίας και πήγαινε στη γην Χαναάν. Η διαθήκη αυτή επαναβεβαιώθηκε στο όρος Σινά, με τις εντολές που έδωσε ο Θεός στον Μωυσή, οι οποίες προετοίμασαν τον κόσμο για τον ερχομό του Μεσσία. Παρά το γεγονός ότι πολλές φορές οι Ιουδαίοι αποστάτησαν από την σχέση τους με τον Θεό, εντούτοις υπερηφανεύονταν ότι ήταν ο περιούσιος λαός. Τον Μεσσία τον θεωρούσαν ως τον πολιτικό ηγέτη, που θα τους ελευθέρωνε από τους Ρωμαίους και θα τους καθιστούσε κυρίαρχους του κόσμου. Το μεγαλύτερο εμπόδιο για να πιστέψουν στον Χριστό ήταν η αυτάρκειά τους, ότι κατείχαν την αλήθεια στην πληρότητά της.
Η ταπείνωση γεννά ελπίδα
Οι ειδωλολατρικοί λαοί βασανίζονταν από την πολυθεΐα των ειδώλων. Δεν έβρισκαν απαντήσεις στα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, καθώς δεν είχαν την ελπίδα της ανάστασης. Μπορεί να πίστευαν στην αθανασία της ψυχής, αλλά δεν προσδοκούσαν τίποτα για το σώμα τους. Παράλληλα, η ζωή τους δεν είχε την πειθαρχία των Ιουδαίων, αλλά ήταν παραδομένοι στην ελευθερία των παθών και στην αγωνία για επιβίωση. Δεν ήταν κι αυτοί ελεύθεροι, γιατί ήταν υποταγμένοι στην κυριαρχία των Ρωμαίων. Ωστόσο, η απλότητα, η δεκτικότητα και η ταπεινότητα του καθημερινού ανθρώπου γεννούσαν προοπτικές για να γίνει από αυτούς το πρόσωπο του Χριστού αποδεκτό.
Η αυτάρκεια της γνώσης
Οι φιλόσοφοι και όσοι είχαν εμπιστοσύνη στην εξουσία και τις δυνάμεις τους, όπως ο βασιλιάς Ηρώδης, ο Πόντιος Πιλάτος, όπως και οι μετά τον Χριστό στοχαστές δεν αναζητούσαν το Θεό, αλλά την γνώση, εξερευνούσαν τους μηχανισμούς της ζωής ή αρκούνταν στα αγαθά τους και την δόξα τους. Η αυτάρκεια της γνώσης, των παθών, της εξουσίας ήταν το μεγάλο εμπόδιο για να πιστέψουν στον Χριστό, ο οποίος προχωρούσε πέρα από αυτά τα χαρακτηριστικά.
Ο Χριστός καλεί σε μετάνοια
Ο Χριστός ξεκινά την επίγεια δράση του από τους ειδωλολάτρες, από αυτούς που κατοικούν στην χώρα και στην σκιά του θανάτου. Είναι αυτοί που δεν έχουν την υπερηφάνεια ότι γνωρίζουν, αλλά μέσα στην απλότητά τους μπορούν να συναισθανθούν ποιος είναι ο Θεός και να δούνε την αμαρτωλότητά τους, τι τους χωρίζει από αυτόν. Γι’ αυτό το κήρυγμα του Χριστού είναι η μετάνοια. Η παρουσία του Χριστού φωτίζει την ύπαρξη που αγνοεί, αρκεί να έχει την ταπείνωση και την απλότητα.
Οι τρεις αυτές κατηγορίες ανθρώπων εξακολουθούν να υπάρχουν και στην εποχή μας. Οι άνθρωποι χωρίζονται σ’ αυτούς που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα για τον Θεό, σ’ αυτούς που έχουν εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, στον νου, στα υλικά αγαθά, στην σοφία και στην γνώση, στην εξουσία τους και αδιαφορούν για τον φωτισμό τους και σε εκείνους που νιώθουν ότι κατοικούν «εν χώρα και σκιά θανάτου» (Ματθ. 4, 16). Οι τελευταίοι καταλαβαίνουν ότι τα έργα και τα αγαθά τους δεν δίνουν αιωνιότητα, αλλά τους κάνουν να πορεύονται προς τον θάνατο, μπροστά στον οποίο είναι ανίσχυροι. Θέλουν όμως τον φωτισμό, διψούν για την αλήθεια και αναζητούν Κάποιον να μοιραστεί το φορτίο τους. Αυτοί είναι τελικά και οι πιο δεκτικοί στο μήνυμα του Ευαγγελίου.
Ο Χριστός απευθύνθηκε προς όλους. Το ίδιο κάνει και η Εκκλησία. Και οι τρεις κατηγορίες ανθρώπων έχουν δικαίωμα στον φωτισμό. Ο καθένας από εμάς όμως καλείται να δώσει απάντηση σε ποια κατηγορία ανήκει και να ανταποκριθεί στο Ευαγγέλιο. Δρόμος και τρόπος για όλους είναι η μετάνοια, αυτήν που ο Θεός την διακηρύττει και είναι έτοιμος να την δεχτεί.