Αδελφοί μου,
σήμερα η Εκκλησία μάς καλεί να σταθούμε μπροστά σε μια γυναίκα που για δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια ζούσε σκυμμένη, κυρτωμένη, δεμένη από το πνεύμα της ασθένειας. Δεν μπορούσε να ανασηκωθεί, να δει τον ουρανό, να συναντήσει το βλέμμα των ανθρώπων. Και όμως, κάθε Σάββατο, παρά τον πόνο και τη δυσκολία, βρισκόταν μέσα στη συναγωγή, για να ακούσει τον λόγο του Θεού.
Ο Χριστός τη βλέπει. Δεν την προσπερνά, δεν την λυπάται απλώς. Τη φωνάζει κοντά Του και της λέει:«Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου». Την αγγίζει, και αμέσως ορθώνεται και δοξάζει τον Θεό. Τι συγκλονιστική εικόνα! Η γυναίκα που τόσα χρόνια κοίταζε μόνο τη γη, σηκώνει πια το βλέμμα της στον ουρανό. Η λύτρωσή της είναι εικόνα όλης της ανθρωπότητας, που ήταν κυρτωμένη από το βάρος της αμαρτίας και ορθώθηκε με την έλευση του Χριστού.
Αλλά η θεραπεία της γυναίκας δεν χαροποιεί όλους. Ο αρχισυνάγωγος, βλέποντας το θαύμα, αγανακτεί γιατί έγινε το Σάββατο! Δεν μπορεί να δει τη χαρά του άλλου, γιατί η καρδιά του είναι δέσμια της τυπολατρείας και του φθόνου. Ο Χριστός τότε τον ελέγχει με λόγια γεμάτα σοφία: «Ὑποκριτά! Ἕκαστος ὑμῶν οὐ λύει τὸν βοῦν ἢ τὸν ὄνον ἐν σαββάτῳ καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; Ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραάμ οὖσαν, οὐκ ἔδει λυθῆναι;»
Πόσο συχνά κι εμείς μοιάζουμε με τον αρχισυνάγωγο! Κρίνουμε, καταδικάζουμε, σκανδαλιζόμαστε από το καλό που γίνεται δίπλα μας. Βλέπουμε τον τύπο και χάνουμε την ουσία. Μένουμε καθηλωμένοι στους τύπους της πίστεως, αλλά δεν αφήνουμε την καρδιά μας να λυθεί από τα δεσμά του εγωισμού, της κατάκρισης, του φθόνου. Η συγκύπτουσα γυναίκα μάς διδάσκει κάτι πολύ απλό, να είμαστε πιστοί, ταπεινοί και σταθεροί στην προσευχή. Εκείνη δεν είπε τίποτα. Δεν ζήτησε τίποτα. Απλώς στάθηκε εκεί, μέσα στη συναγωγή, υπομονετικά. Και ο Θεός, που βλέπει μέσα στις καρδιές των ανθρώπων, είδε την πίστη της και την αντάμειψε.
Ας το θυμόμαστε κι εμείς πως καμιά προσευχή, καμιά μικρή κίνηση πίστεως δεν πάει χαμένη.
Ο Χριστός μάς βλέπει ακόμη κι όταν εμείς δεν μπορούμε να Τον δούμε, γιατί είμαστε σκυμμένοι κάτω από τα βάρη της ζωής. Κι έρχεται με το άγγιγμά Του να μας σηκώσει, να μας ορθώσει, να μας δώσει ξανά χαρά και ελπίδα.
Ζούμε σε εποχές όπου οι άνθρωποι σκύβουν πάλι, όχι πια από αρρώστια, αλλά από άγχος, από φόβο, από πίκρα. Πολλοί είναι λυγισμένοι από την απογοήτευση ή την ενοχή. Όμως ο Χριστός περνά και σήμερα από τη «συναγωγή» της ζωής μας, και μάς καλεί να σηκώσουμε το βλέμμα μας στον ουρανό.
Και κάτι ακόμη, πλησιάζουμε στη μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων. Νηστεύουμε, προετοιμαζόμαστε, καθαριζόμαστε. Μα ας μην ξεχνάμε ότι πάνω απ’ όλα, ο Κύριος ζητά αγάπη. Αν νηστεύω και δεν αγαπώ, αν προσεύχομαι και κατακρίνω, τότε μένω κι εγώ σκυμμένος, δεμένος από τα πάθη μου.
Αδελφοί μου, ας ζητήσουμε από τον Χριστό να μάς λυτρώσει από ό,τι μας κρατά δεμένους στη γη, να μάς δώσει το θάρρος να ορθωθούμε πνευματικά και να δοξάσουμε κι εμείς τον Θεό με ευγνωμοσύνη. Γιατί αυτό είναι το αληθινό θαύμα. Όχι μόνο να περπατήσουμε όρθιοι, αλλά να μάθουμε να ζούμε με την καρδιά στραμμένη προς τον Ουρανό.
Ἀμήν.