Ἀδελφοί μου,
Στὴ σημερινὴ περικοπὴ βλέπουμε τὸν Κύριό μας νὰ πλησιάζει τὴν πύλη τῆς πόλης Ναῒν καὶ νὰ συναντᾷ μιὰ πομπὴ πένθους. Μια συνηθισμένη για τις ανθρώπινες κοινωνίες εικόνα. Ἡ μάνα, χήρα καὶ πληγωμένη, χάνει τὸ μονάκριβο παιδί της. Τὸ δράμα εἶναι ἀνείπωτο, καὶ ὁ ἄνθρωπος μοιάζει μὲ ἀνίσχυρος ἐμπρὸς στὸν θάνατο. Ὅμως, ὁ Χριστὸς, ἡ Ζωή καὶ ἡ Ἀνάσταση, συγκινείται, σπλαγχνίζεται, καὶ μὲ ἕναν κατηγορηματικὸ λόγο, «νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι», χαρίζει τὴν ζωή καὶ ἐπιστρέφει τὸν νέον στὴν μάννα του.
Τὸ θαῦμα αὐτὸ δὲν εἶναι μόνον μιὰ ἱστορία περασμένης ἐποχῆς. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς μας. Διότι καὶ σήμερα ἀδελφοί μου, ἡ κοινωνία μας εἶναι γεμάτη «νεανίσκους νεκρούς». Ὄχι πάντοτε νεκροὺς βιολογικά, ἀλλὰ ψυχικὰ καὶ πνευματικά. Νέοι ποὺ ἔχουν σβήσει μέσα τους τὸ φῶς τῆς ἐλπίδας, νέοι ποὺ ἔπεσαν θύματα τῶν παθῶν, τῆς ἀδιαφορίας, τῆς ἀθεΐας, τῶν εἰδώλων τοῦ σύγχρονου κόσμου. Νέοι ποὺ μὲνουν ἀσύνδετοι ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀπὸ τὴν πίστη, ἀπὸ τὴν πηγή τῆς ζωῆς.
Ὁ Χριστὸς ὅμως καὶ σήμερα περνᾷ ἀπὸ τὶς πύλες τῶν πόλεων μας. Καὶ βλέπει τὶς μανάδες ποὺ θρηνοῦν γιὰ τὰ παιδιά τους, βλέπει τοὺς νέους μας ποὺ χάνονται μέσα στὴ μοναξιὰ, στὴν ἀνασφάλεια, στὴν ἀπογοήτευση, καὶ τοὺς προσκαλεῖ: «Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι». Σὲ κάθε νέο ποὺ ἔπεσε στὴν ἀπόγνωση, σὲ κάθε νέο ποὺ ἐθίστηκε στὶς ἡδονές καὶ στὴν ἀδιαφορία, σὲ κάθε νέο ποὺ νομίζει ὅτι δὲν ἔχει νόημα ἡ ζωή του, ὁ Χριστὸς ἀπευθύνεται προσωπικὰ καὶ τὸν προσκαλεῖ νὰ σηκωθεῖ.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀκούσουν οἱ νέοι αὐτὴ τὴ φωνή, χρειαζόμαστε κι ἐμεῖς, ἡ Ἐκκλησία, οἱ γονεῖς, οἱ δάσκαλοι, νὰ μὴν μένουμε θεατὲς στὴν πομπὴ τοῦ πένθους. Δὲν ἀρκεῖ νὰ λέμε ὅτι «χάθηκε ἡ νεολαία». Ἡ νεολαία δὲν χάνεται, ὅσο ὑπάρχει ὁ Χριστός. Ἡ νεολαία μπορεῖ νὰ σηκωθεῖ καὶ νὰ πορευθεῖ στὴν ὁδὸ τῆς ζωῆς, ἐὰν βρεθοῦν ἀνθρώποι ποὺ θὰ τὴν στηρίξουν, ποὺ θὰ τὴν διδάξουν μὲ ἀλήθεια καὶ ἀγάπη.
Κι ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, καλούμεθα νὰ γίνουμε συνεργοὶ τοῦ Χριστοῦ. Νὰ μιλήσουμε στὰ παιδιά μας γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὡς ζωὴ καὶ ὄχι ὡς ἔθιμο. Νὰ τοὺς δείξουμε ὅτι ἡ πίστη δὲν εἶναι φορτίο, ἀλλὰ δύναμη ποὺ ἀνασταίνει καὶ ἀνακαινίζει τὸν ἄνθρωπο. Νὰ τὰ κρατήσουμε κοντὰ στὸ ἱερὸ θυσιαστήριο, κοντὰ στὸ Εὐαγγέλιο, κοντὰ στὴν προσευχὴ ποὺ δίνει θάρρος καὶ φῶς.
Ὁ νέος τῆς Ναῒν ἀναστήθηκε καὶ ἐδόθη στὴ μητέρα του. Ἀς παρακαλέσουμε καὶ ἐμεῖς τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς ἐπιστρέψει τοὺς νέους μας, νὰ τοὺς ἀναστήσει ἀπὸ τὴν φθορὰ τῆς ἀμαρτίας καὶ τῆς ἀπάτης, νὰ τοὺς δώσει χαρὰ, ἐλπίδα καὶ πνευματικὴ ζωὴ.
Καὶ τότε, ὅπως καὶ ὁ λαὸς τῆς Ναῒν, θὰ μπορέσουμε καὶ ἐμεῖς νὰ φωνάξουμε μὲ δέος καὶ δοξολογία: «Ὁ Θεὸς ἐπεσκέψατο τὸν λαὸν αὐτοῦ». Ἀμήν.