Η Μεγάλη Εβδομάδα αποτελεί για την Ορθόδοξη Εκκλησία μας την κορυφαία περίοδο του χρόνου. Για την θεολογία μας, βεβαίως, η ζωή είναι ένα διαρκές παρόν. Σήμερον για μας ο Χριστός εισέρχεται εν πόλει τη αγία. Σήμερον για μας ο Χριστός κρεμάται επί ξύλου. Σήμερον ο Άδης στένων βοά. Σήμερον ο Χριστός ανίσταται. Επομένως, καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου, ιδίως στην τέλεση της Θείας Λειτουργίας, βιώνουμε όλα αυτά τα γεγονότα, τα οποία παρουσιάζονται ενώπιόν μας κατά την Μεγάλη Εβδομάδα με τρόπο πνευματικό και γεννούν στην ύπαρξή μας σκέψεις και προβληματισμούς. Ωστόσο, εάν κανείς εντρυφήσει στο νόημα αυτών των ημερών, δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Μεγάλη Εβδομάδα αποτελεί την κορυφαία έκφραση της προτάσεως ζωής της Εκκλησίας μας για την εποχή μας και τον καθέναν μας προσωπικά.
Η Μεγάλη Εβδομάδα έχει ως κέντρο της το πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Δεν αποτυπώνει τα πάθη ενός ανθρώπου, ενός διδασκάλου, ενός σοφού. Μας δείχνει τι έπαθε ο ίδιος ο Θεός, ο οποίος έγινε άνθρωπος, για να κάνει τον άνθρωπο θεό. Ότι έφθασε μέχρι το έσχατο σημείο της πορείας της ανθρωπίνης φύσεως που είναι ο θάνατος, για να ανοίξει έναν καινό, έναν νέο δρόμο για τον καθέναν μας, που δεν είναι άλλος από την Ανάσταση. Την υπέρβαση δηλαδή του θανάτου και το Πάσχα, το πέρασμα σε μία νέα ζωή, η οποία αντλεί υπόσταση όχι από τα ανθρώπινα, πεπερασμένα μέτρα, αλλά από την σχέση της ανθρωπίνης φύσεως με την θεία, δηλαδή την κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό.
Και για να γίνει αυτό πράξη, ο Θεός εγεύθηκε την «μωρία» (Α’ Κορ., 1, 23) της απαρνήσεως της δυνάμεως και της εξουσίας Του επάνω στον κόσμο και τον άνθρωπο. Ταπεινώθηκε μέχρις εσχάτων. Εκτός του ότι προσέλαβε την ανθρώπινη φύση σε όλα εκτός της αμαρτίας, δέχθηκε με την θέλησή Του να παραιτηθεί από το δικαίωμά του να ζήσει χωρίς να πεθάνει, για να δείξει στον άνθρωπο ότι η κοινωνία της ανθρωπίνης με την θεία φύση είναι ο μοναδικός δρόμος για να βρει ο άνθρωπος τον αληθινό του προορισμό: να ζήσει αιώνια. Κι ενώ είχε την δύναμη να υποτάξει τον θάνατο, όπως έκανε κατά την διάρκεια της επιγείου δράσεώς του ανασταίνοντας τον υιό της χήρας γυναίκας στο χωριό Ναΐν, την κόρη του αρχισυναγώγου Ιαείρου και τον φίλο Του Λάζαρο, ο Χριστός δέχθηκε να υποστεί την ταπείνωση της προδοσίας, των παθών και του θανάτου επάνω στο Σταυρό, αλλά και της ταφής, γεγονότα που για τους περισσοτέρους φαντάζουν ως μωρία και όχι ως δύναμη.
Όμως αυτή η μωρία κατήσχυνε και καταισχύνει όλους τους σοφούς και σπουδαίους. Όλες τις φιλοσοφικές προτάσεις και τα ιδεολογικά και κοινωνικά συστήματα, τα οποία υπόσχονται στον άνθρωπο ευτυχία και νόημα, αλλά δεν μπορούν να απαντήσουν στο ερώτημα πως νικιέται ο θάνατος. Ο θάνατος που ταπεινώνει την ανθρώπινη φύση, την καθιστά αδύναμη να συνεχίσει να υπάρχει στον κόσμο και στον χρόνο και αποτελεί τελικά τον έσχατο και ακατανίκητο εχθρό (Α’ Κορ. 15,26). Ακόμη και τα μέσα, με τα οποία ο άνθρωπος είναι προικισμένος από τον Θεό, όπως η ιατρική και η τεχνολογία, αναστέλλουν τον θάνατο, αλλά δεν τον κάνουν να παραγράφεται.
Η Εκκλησία, προβάλλοντας τον Χριστό ως το Θεανθρώπινο πρόσωπο το οποίο δια του θανάτου επάτησε τον θάνατο, μας καλεί να υιοθετήσουμε μία πρόταση ζωής, η οποία είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Μας καλεί να δούμε πρωτίστως μέσα από μία άλλη προοπτική αυτό που ονομάζουμε πολιτισμό και τρόπο ζωής και που φαντάζει ως ο μοναδικός και αναπόφευκτος για τον άνθρωπο. Ποιό είναι το νόημα της πάλης για να αποκτήσουμε χρήματα, αγαθά, γνώσεις, πρόοδο; Ποιό είναι το νόημα της πείνας για ηδονή, για δόξα, για καταξίωση; Ποιό είναι το νόημα της επικρατήσεως εις βάρος των άλλων, της ιδιοτέλειας, της υπεροχής και της εξουσίας; Στην ουσία πρόκειται για οικειοποίηση μιας προοπτικής ξεγελασμού του θανάτου. Θεωρήσεως του παρόντος κόσμου ως του μοναδικού μας προορισμού και απόπειρας οργανώσεως της παρούσας ζωής για να προλάβουμε να χαρούμε, πριν ο θάνατος μας καταπιεί. Μία ματιά στην τηλεόραση, την διαφήμιση, τον τρόπο διασκεδάσεως, την ηθική της καθημερινής μας ζωής και πραγματικότητος αρκεί για να μας πείσει.
Η πίστη όμως στον Χριστό ως Θεάνθρωπο, ως τον Λυτρωτή από τον θάνατο, και η επιλογή της μωρίας του Σταυρού και της Αναστάσεως δείχνει δια της εμπειρίας της Εκκλησίας ανα τους αιώνες την ελπίδα. Ότι ο παρών κόσμος, εάν ιδωθεί στην προοπτική της αγάπης προς το Θεό και τον συνάνθρωπο, στην προοπτική της ασκήσεως και της εγκρατείας, που μας κάνουν να χαιρόμαστε ακόμη και το πιο ελάχιστο, στην προοπτική της μετανοίας για την αδυναμία μας να βάλουμε τον Θεό και τον πλησίον πιο πάνω η τουλάχιστον σε ίση προοπτική με τον εαυτό μας, κάτι που διαφαίνεται από τις πολλές και ποικίλες αμαρτίες μας, αποτελεί, παρά τον Γολγοθά του θανάτου, το μεγάλο εκείνο βήμα προς την προσωπική Ανάσταση και αιώνια χαρά. Σημείο της Αναστάσεως το Φως. Σημείο της πίστεως η αναστάσιμη λαμπάδα. Σημείο της νίκης κατά του θανάτου η χαρά το αναστάσιμο βράδυ. Όλα αυτά όμως, εάν δεν μετουσιωθούν σε καθημερινό βίωμα, παραμένουν μόνο εορτές, έθιμα, επαναλαμβανόμενες ευκαιρίες συναισθηματισμού, επιστροφής στην παιδικότητα, και τελικά απλώς ανακυκλώνουν το ξεγέλασμα του θανάτου.
Κανείς από εμάς δεν περιμένει ο κόσμος να μεταστραφεί συνολικά προς αυτή την πρόταση ζωής που είναι ο Χριστός. Η Ορθόδοξη Εκκλησία όμως δεν θα σταματήσει να μιλά και να δείχνει τον Χριστό προς όλον τον κόσμο. Και μας καλεί να μην αδιαφορήσουμε για το πνευματικό νόημα της Μεγάλης Εβδομάδος. Να κρατήσουμε εν τη καρδία μας το «Σημερον», και όσο και αν εξακολουθεί αυτό να φαίνεται μωρία, να αναρωτηθούμε εντός ημών εάν θέλουμε να παραμένουμε ηττημένοι από τον θάνατο η να συμπορευθούμε με τον Νικητή Του στην Ανάσταση.
Ο λαός μας, παρά την αλλοτρίωση την οποία καθημερινά υφίσταται, δείχνει με την παρουσία του στους ναούς ότι ακόμα και αν χτυπιέται από τα μηνύματα θανάτου της εποχής, δεν υποτάσσεται, αλλά αντιστέκεται. Ο κόσμος κυριαρχείται από το κακό και δεν μπορεί συλλογικά να αλλάξει. Η ευθύνη όμως και η απόφαση έχουν να κάνουν με τον καθέναν μας. Και ο Εσταυρωμένος και Αναστάς Κύριος θα ένισχύσει και πάλι όποιον Τον ακολουθήσει.
Του Σεβ. Μητροπολίτου Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου