Ο ελευθερωτής των ψυχών ημών [Κυριακή Ι Λουκά] (8.12.2019)
Καθώς πλησιάζουμε στην μεγάλη γιορτή των Χριστουγέννων, αδελφοί χριστιανοί, η αγία μας Εκκλησία μάς προετοιμάζει κατάλληλα με την νηστεία, η οποία έχει ήδη αρχίσει από την δεκάτη πέμπτη Νοεμβρίου, και με τα αναγνώσματα των Κυριακών που προηγούνται. Μέσα από την σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Χριστός μάς διδάσκει ότι ο σκοπός της σαρκώσεώς του είναι να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τα δεσμά του διαβόλου και να τον ανασηκώσει‧ δηλαδή προαναγγέλλει, όπως θα δούμε, την Ανάσταση. Ο Ιησούς, γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς1, δίδασκε τα Σάββατα σε μια συναγωγή. Ήταν εκεί μια γυναίκα που είχε πνεύμα ασθενείας επί δεκαοκτώ χρόνια, με αποτέλεσμα να έχει κυρτώσει υπερβολικά η ράχη της και να μην μπορεί να ατενίσει προς τα επάνω. Όταν την είδε ο Ιησούς, τής είπε «Γυναίκα, λύνεσαι εντελώς από την ασθένειά σου» και έβαλε επάνω της τα χέρια του. Αμέσως εκείνη ανασηκώθηκε και δόξαζε τον Θεό.
Πήρε τον λόγο τότε ο αρχηγός της συναγωγής, αγανακτισμένος επειδή ο Ιησούς θεράπευσε το Σάββατο, και έλεγε στον κόσμο: «Έξη μέρες υπάρχουν, κατά τις οποίες πρέπει να εργαζόμαστε‧ αυτές λοιπόν να έρχεστε και να θεραπεύεστε, και όχι την ημέρα του Σαββάτου». Τού απάντησε τότε ο Χριστός και είπε: «Υποκριτή, ο καθένας σας το Σάββατο δεν λύνει το βόδι του ή το γαϊδουράκι του από το παχνί και το πηγαίνει να πιει νερό; και αυτήν εδώ, που είναι θυγατέρα του Αβραάμ, την οποία έδεσε ο σατανάς εδώ και δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί από τούτα τα δεσμά την ημέρα του Σαββάτου»; Με τα λόγια τούτα ντροπιάζονταν όλοι όσοι τον πολεμούσαν, ενώ όλος ο λαός χαιρότανε με όλες τις ένδοξες πράξεις του. Σχολιάζοντας αυτά τα λόγια του Χριστού ο άγιος Ιππόλυτος Ρώμης γράφει ότι ο Χριστός είναι το πλήρωμα του νόμου και τον προφητών, αφού ο νόμος και οι προφήτες φτάνουν μέχρι τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Γι αυτό και όλα όσα είχαν πει εκείνοι ήταν σφραγισμένα, ώστε με την παρουσία του Κυρίου όλα εκείνα που ήταν σφραγισμένα και δυσκολονόητα να λυθούν και να φωτιστούν. Γι αυτό και έλεγξε την υποκρισία των αρχόντων του λαού, που θέλησαν να κρύψουν την αγανάκτησή τους επικαλούμενοι τον Μωσαϊκό νόμο, λέγοντάς τους ότι είναι υποκριτές. Γιατί, ενώ ο καθένας τους την ημέρα του Σαββάτου έλυνε το ζωντανό του και το οδηγούσε να πιει νερό, ώστε να μην πεθάνει από την δίψα, χωρίς να παραβιάζει με τον τρόπο αυτό την εντολή της αργίας, αγανακτούσαν επειδή ο Χριστός έλυνε τους ανθρώπους από τα δεσμά του διαβόλου ή των διάφορων νοσημάτων.
Όσους λοιπόν ο σατανάς έδεσε, ο Κύριος αφού ήλθε τούς έλυσε από τα δεσμά του θανάτου, και τον μεν εναντίον μας «ισχυρό» έδεσε, την δε ανθρωπότητα ελευθέρωσε, όπως λέει ο Ησαΐας: «Τότε θα πει στους δεσμίους, Βγείτε έξω, και σ’ εκείνους που είναι στο σκοτάδι, Φωτιστείτε». Σε άλλο πάλι σημείο ο Ησα ας λέει: «Και θα δώσουν το βιβλίο το σφραγισμένο σε ἶ άνθρωπο που ξέρει γράμματα και θα τού πούνε, Διάβασέ το, και θα πει: δεν μπορώ να το διαβάσω, γιατί είναι σφραγισμένο». Γιατί έπρεπε τα λόγια των προφητών να είναι σφραγισμένα για τους άπιστους φαρισαίους, που νόμιζαν ότι ξέρουν τα γράμματα του νόμου‧ ενώ για όσους έχουν πιστέψει να είναι τα πάντα ανοιχτά με την χάρη του Κυρίου, γιατί αυτός είναι η τέλεια σφραγίδα και το κλειδί, που ανοίγει και κανείς δεν μπορεί να κλείσει, και κλείνει και κανείς δεν ανοίγει. Κι όπως λέει ο Ιωάννης στην Αποκάλυψη, «Είδα στα δεξιά του καθισμένου στον θρόνο βιβλίο γραμμένο μέσα κι έξω. Σφραγισμένο με επτά σφραγίδες. Και είδα άγγελο να διακηρύσσει με φωνή μεγάλη: Ποιός είναι άξιος να ανοίξει το βιβλίο και να λύσει τις σφραγίδες του; Και κανείς δεν μπορούσε ούτε στον ουρανό ούτε στη γη ούτε κάτω από την γη να ανοίξει το βιβλίο, ούτε να το βλέπει και έκλαιγαν πολλοί γιατί κανείς δεν βρέθηκε άξιος. Και ένας από τους πρεσβυτέρους μού λέει: Μην κλαις, ιδού νίκησε ο λέοντας από την φυλή του Ιούδα, η ρίζα και το γένος του Δαβίδ, να ανοίξει το βιβλίο και να να λύσει τις επτά σφραγίδες του. Και είδα στο μέσο του θρόνου και στο μέσο των πρεσβυτέρων να στέκεται αρνίο εσφαγμένο που είχε επτά κέρατα και επτά μάτια, τα οποία είναι τα πνεύματα του Θεού τα σταλμένα σε όλη την γη. Ήλθε και έλαβε το βιβλίο από το δεξί χέρι εκείνου που καθόταν στον θρόνο, και όταν έλαβε το βιβλίο, τα τέσσερα ζώα και οι οι εικοσιτέσσερεις πρεσβύτεροι έπεσαν ενώπιον του αρνίου, έχοντας ο καθένας κιθάρα και χρυσές φιάλες γεμάτες θυμιάματα, τα οποία είναι οι προσευχές των αγίων, και ψάλλουν καινούριο ύμνο λέγοντας: Είσαι άξιος να πάρεις το βιβλίο και να ανοίξεις τις σφραγίδες του, γιατί θυσιάστηκες και μάς αγόρασες για τον Θεό με το αίμα σου από κάθε φυλή και γλώσσα και λαό και έθνος και έκανες για τον Θεό μας βασιλεία και ιερείς και θα βασιλεύσουν πάνω στη γη». Γι` αυτό λοιπόν ο άγγελος στον Δανιήλ έλεγε «σφράγισε τους λόγους τούτους», επειδή η προφητεία αφορούσε στο πλήρωμα του χρόνου, ενώ στον Χριστό δεν λέγονταν «σφράγισε», αλλά «λύσε τα δεμένα από παλιά», ώστε με την χάρη του να γνωρίσουμε εμείς το θέλημα του Πατρός και να πιστέψουμε στον Ιησού Χριστό, τον οποίο εκείνος απέστειλε για την σωτηρία των αθρώπων.
Με αφορμή την ανόρθωση της συγκύπτουσας και την απάντηση του Χριστού στους αγανακτισμένους υποκριτές κάθε εποχής, φτάσαμε αδελφοί χριστιανοί στην κοινή ανάσταση όλου του ανθρώπινου γένους, κατά την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας, ο οποίος έλυσε τα δεσμά του θανάτου και επιφυλάσσει για όλους τους πιστούς το φως της αιώνιας ζωής. Απαρχή του λυτρωτικου του έργου η ένωση του με την ανθρώπινη φύση. Γι’ αυτό και ο υμνωδός ψάλλει, κι εμείς μαζί του: « ήσεις Προφητ ν κα α νίγματα, τ ν Ῥ ῶ ὶ ἰ ὴ σάρκωσιν πέφηναν, τ ν κ Παρθένου σου Χριστέ, φέγγος στραπ ς σου, ε ς φ ς ὑ ὴ ἐ ἀ ῆ ἰ ῶ θν ν ξελεύσεσθαι, κα φωνε σοι βυσσος, ν γαλλιάσει, τ δυνάμει σου δόξα ἐ ῶ ἐ ὶ ῖ ἄ ἐ ἀ ῇ Φιλάνθρωπε».