Αρχικά θα ήθελα εκ βάθους καρδίας να ευχαριστήσω τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας κ. Νεκτάριο που με την ευλογία του σήμερα βρίσκομαι στο βήμα αυτό, καθώς επίσης και τον π. Θεμιστοκλή Μουρτζανό Γενικό Αρχιερατικό Επίτροπο της Μητροπόλεως μας και τον περιφερειακό Δ/ντή εκπαίδευσης Ιονίων Νήσων κ. Πέτρο Αγγελόπουλο για την πρότασή τους να συμμετέχω στην σημερινή ημερίδα ως ομιλητής με θέμα Ιωάννης Καποδίστριας – 25η Μαρτίου 1821.
Κατά δεύτερον θα ήθελα στην αγάπη σας να σας επισημάνω ότι η ομιλία μου, με αφορμή τον μεγάλο Κερκυραίο άνδρα Ιωάννη Καποδίστρια και την σχέση του με την 25η Μαρτίου 1821, ημέρα κήρυξης της επανάστασης κατά του, επί 400 χρόνια, Τουρκικού ζυγού, θα επικεντρωθεί κυρίως στην ξεχωριστή ιστορική και θρησκευτική μνήμη, που περιβάλει την ημέρα αυτή. Ή μάλλον που θα έπρεπε να την περιβάλει, και το λέω αυτό γιατί η λήθη και το «εγώ» είναι το αγκάθι του νεοέλληνα, που τραυματίζει τον άλλον και τον εαυτό του. Τελικά κάθε άνθρωπος με συνείδηση οφείλει να ερευνά με αντικειμενικότητα το παρελθόν του, την ιστορία του, τις βάσεις του, χωρίς να διαγράφει με μία μονοκονδυλιά το χθες, ως ένδειξη δύναμης και μοντερνισμού, γιατί το χθες προδιαγράφει το αύριο και ενισχύει το σήμερα.
Τελικά γιατί παιδιά μου σήμερα βρισκόμαστε σ’ αυτόν το χώρο; Διερωτηθήκαμε γιατί τόσος λόγος σήμερα για την σπουδαία προσωπικότητα του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδος και για το 1821; Τι θα μας δώσει η σημερινή μέρα και τι θα δώσουμε; Χάσιμο χρόνου ή αφορμή για σκέψη και τιμή σε όλους εκείνους που κράτησαν στην καρδιά τους άσβεστη τη φλόγα της λευτεριάς; Μην βιαστούμε να απαντήσουμε, ας κοιτάξουμε πρώτα τον γαλανό Ελληνικό ουρανό, τη θάλασσα και το φως του ήλιου, δώρα του Θεού σ’ αυτήν την φλούδα γης, κατά τον Γεώργιο Σεφέρη και απάντηση αυτόματα θα βρεθεί στην λάμψη του προσώπου μας.
Ένας άλλος μεγάλος ποιητής ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, επτανήσιος στην καταγωγή, γεννημένος στην Λευκάδα και σπουδαγμένος στην Κέρκυρα, στην Ιόνιο Ακαδημία, δικαίως χαρακτηρίστηκε από πολλούς ακαδημαϊκούς ως ο ποιητής της επανάστασης του 1821. Τα περισσότερα ποιήματά του αντικαθρεφτίζουν στιγμές, γεγονότα και προσωπικότητες που σημάδεψαν την εποχή αυτή. Διαβάζοντας το Ευαγγελισμός – Ελληνισμός σε συγκλονίζουν οι στίχοι: Χαίρε, Παρθένε χαίρε……, Ελλάς, ανάστα χαίρε.
Ο ποιητής με αυτούς τους στίχους αυτόματα συστήνει την ημέρα της 25ης Μαρτίου ως διττή, διπλή εορτή. Πανηγυρίζει και προτρέπει όλους μας, να αναφωνήσουμε «Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία» και ταυτόχρονα «Χαίρε, ω Χαίρε Λευτεριά». Δεν μπορούν να αποκοπούν αυτά τα δύο γεγονότα, δεν μπορούν να εννοηθούν ξέχωρα το ένα από το άλλο. Αν διαμελίσουμε βιαίως την ιστορία, είναι σαν να ξεσκίζουμε ένα ανθρώπινο σώμα. Αποτέλεσμα αιμορραγικό σοκ και όπως λένε οι ιατροδικαστές ολιγαιμία και θάνατος. Το πρώτο Χαίρε λοιπόν, ο πρώτος χαιρετισμός του ποιητή, αναφέρεται στην Θεομητορική εορτή του Ευαγγελισμού, κατά την οποία ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, απεσταλμένος του Θεού, χωρίς βέβαια να κρατάει κρίνο ή άλλα λουλούδια, μπροστά στην Μαρία Παρθένο, μεταφέρει την χαρμόσυνη αγγελία της συλλήψεως του Ιησού Χριστού δια Πνεύματος Αγίου και το δεύτερο χαίρε, ο δεύτερος χαιρετισμός αναφέρεται στα ιστορικά μεγαλεία της Ελευθερίας του γένους, στον δίκαιο αγώνα του Θεοσεβή Έλληνα, στον Ευαγγελισμό του έθνους μας. Επίσης αυτοί οι στίχοι θα μπορούσαν να σκιαγραφήσουν και την ζωή του Ιωάννη Καποδίστρια. Πιστός στο Θεό και συγχρόνως πιστός και στην πατρίδα του. Αγάπη για την Ορθοδοξία, ταυτόχρονα αγάπη και για την Ελλάδα. Δεν τα ξεχώριζε αυτά, συμβάδιζε με αυτά. Το τέλος του έξω από τον Ναό του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο και η ταφή του στην αγαπημένη του Κέρκυρα, ταπεινά, εν τω μέσω της νυχτός, στο μοναστήρι της καρδιάς του, στο μοναστήρι της μετανοίας του, της Παναγίας της Πλατυτέρας, πιστοποιούν τα παραπάνω. Πιστή και θρησκευόμενη και η οικογένειά του. Ο καρπός συνήθως από το δέντρο φαίνεται. Ο πατέρας του ο Αντωνομαρίας Καποδίστριας, ο αδελφός του Αυγουστίνος είναι θαμμένοι μαζί του, σε διπλανούς τάφους, σαν όλοι μαζί να δοξολογούν τον Θεό σε χώρο αγαπημένο και οικείο. Οι δίδυμες αδελφές του ασπάστηκαν τον μοναχισμό, τα μοναχικά τους ονόματα Ευφροσύνη και Ευφημία και μετά τον θάνατό τους θάφτηκαν στον Μοναστήρι του Αγίου Λουκά στα Γουβιά, όπως λέγεται σήμερα στο Μοναστήρι του Καποδίστρια.
Σ’ αυτό το σημείο ας στρέψουμε το βλέμμα μας ερευνητικά στο παρελθόν, όχι για να θυμηθούμε απλά τα γεγονότα αλλά για να επισημάνουμε ότι το 1821 είναι και συνάντηση Θρησκευτικής και Εθνικής Παλιγγενεσίας και ότι η Ελευθερία και πίστη έχουν απόλυτη σχέση, όσο και αυτό σήμερα να θεωρείται από πολλούς οπισθοδρομική αντίληψη.
Η 25η Μαρτίου 1821 δεν ήταν μία τυχαία ημερομηνία για την κήρυξη της επανάστασης. Συνέπεσε με τον εορτασμό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, μίας από τις σημαντικότερες εορτές για την ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Ευαγγελισμός, φέρνει μήνυμα ελπίδας και αναγέννησης, στοιχεία άρρηκτα συνδεδεμένα με την Επανάσταση. Μην ξεχνάμε τον Παλαιών Πατρών Γερμανό που αυτήν την ημέρα κήρυξε την επανάσταση, υψώνοντας το λάβαρο της επαναστάσεως αναφωνώντας «αποφασίσαμεν σταθερώς ή ν’ αποθάνωμεν όλοι, ή να ελευθερωθόμεν». Μην ξεχνάμε ότι η Κυρά η Παναγιά, ως μητέρα του Ιησού, θεωρείται προστάτιδα του έθνους, και η ελπίδα ότι θα βοηθήσει στην απελευθέρωση του Ρωμιού δεν έσβησε ποτέ, κάνοντάς την μάλιστα και τραγούδι, ύμνο: «Σώπασε Κυρά Δέσποινα και μη πολύ δακρύζεις, πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα’ ναι».
Αναμφίβολα ο Χριστιανισμός διαδραμάτισε καίριο ρόλο στην Ανάσταση του γένους. Ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τον ξεσηκωμό, κατά τον γέροντα του Μοριά Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και δεν την πήρε πίσω. Η θρησκευτική πίστη λειτούργησε αφενός μεν ως πηγή έμπνευσης και δύναμης για τους αγωνιστές, οι οποίοι πίστευαν ότι πολεμούσαν για ιερό σκοπό, αφετέρου δε ως στοιχείο ενοποιητικό για τον ελληνικό λαό, που βίωνε κοινές θρησκευτικές πεποιθήσεις, ήθη και έθιμα. Ας μην ξεχάσουμε στο σημείο αυτό τον σπουδαίο ρόλο των μοναστηριών που λειτούργησαν ως εστίες οργάνωσης μαχών και επιθέσεων, αλλά και απλούς παπάδες και καλόγερους που δίδαξαν τα ελληνικά γράμματα στο κρυφό σχολειό, τονώνοντας το εθνικό φρόνιμα και προτρέποντας το λαό να επαναστατήσει για να διώξει τον κατακτητή. Πολλοί αγωνιστές είδαν τον αγώνα για λευτεριά ως θρησκευτικό καθήκον. «Για του Χριστού την πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία» ο αγώνας για το ποθούμενο. Η αντίσταση στους Οθωμανούς, που θεωρούνταν άπιστοι, ερμηνεύτηκε ως ιερός αγώνας για την υπεράσπιση της θρησκείας και του γένους και η ελευθερία ως Θεόδοτο δικαίωμα, άρρηκτα συνδεδεμένο με την πίστη στον Θεό.
Αυτή η πίστη στον έναν και αληθινό Θεό κοσμεί και την προσωπικότητα του Ιωάννη Καποδίστρια. Γνώριζε και ζούσε τον λόγο του Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτη ο οποίος είχε γράψει ότι «αυτός που δεν έχει πίστη, και όμως κάνει μερικά καλά, μοιάζει μ’ εκείνον που βγάζει νερό και το χύνει μέσα σ’ ένα τρύπιο πιθάρι». Στο προσκέφαλο του κρεβατιού του πάντα η εικόνα της Παναγίας της Σκοπιώτισσας. Πόσους προβληματισμούς θα κατέθεσε σε αυτήν την εικόνα. Πόσα δάκρυα θα έριξε μπροστά της. Πόσους αναστεναγμούς θα άκουσε, Θεός ξέρει. Άνθρωπος με έντονη πνευματική ζωή. Συχνά κοινωνούσε, συχνά εξομολογούνταν, συχνά συμμετείχε στα μυστήρια της Εκκλησίας, συχνά δώριζε ακριβά αντικείμενα σε Ιερούς Ναούς, μεταξύ αυτών και το χρυσό κάλυμμα της Παναγίας της Πλατυτέρας, στο Μοναστήρι που αναπαύεται έως συντελείας του αιώνος. Αξιοσημείωτη και εικόνα στο ίδιο Μοναστήρι που παριστάνει την πτώση του από άλογο και την θαυματουργική διάσωσή του, επισημαίνοντάς μας ότι το θαύμα δεν αναιρεί τα φυσικά φαινόμενα, αλλά τα συμπληρώνει. Νομίζω ότι όσοι δεν έχουμε επισκεφθεί το Μοναστήρι της Πλατυτέρας οφείλουμε άμεσα να το κάνουμε. Να προσκυνήσουμε την Παναγιά και να ανάψουμε ένα κεράκι στην μνήμη του, το αξίζει.
Εν κατακλείδι η 25η Μαρτίου αποτελεί διαρκή υπενθύμιση της αξίας της ελευθερίας και της θυσίας. Η θρησκευτική πίστη, ακόμα και σήμερα, παρά τις αλλαγές που έχει υποστεί η κοινωνία, μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για ηθική και κοινωνική δράση. Η σύμπτωση δε των δύο εορτών καλεί όλους μας σε αναστοχασμό και ενότητα, υπενθυμίζοντάς ότι πίστη και έθνος είναι μέρος της ταυτότητας του Έλληνα. Οφείλουμε λοιπόν να μεταλαμπαδεύσουμε στους νεότερους την σημασία αυτής της θυσίας των προγόνων μας, γιατί είμαστε «απ’ τα κόκαλα βγαλμένοι των Ελλήνων τα ιερά». Ο Μεγάλος Ιωάννης Καποδίστριας και οι αγωνιστές του ‘21 σήμερα δεν μας προσφέρουν τα όπλα τους, αυτά καλά φυλάγονται στα μουσεία, μας προσφέρουν το αθάνατο μήνυμα ότι ο άνθρωπος νοείται ως άνθρωπος μόνο όταν ζει σε συνθήκες ελευθερίας και κανείς δεν μπορεί να είναι αντίθετος εάν ο Θεός είναι μαζί του.
Εάν ο Θεός μεθ’ ημών, ουδείς καθ’ ημών.
(Η πρώτη φράση από την πρώτη του ομιλία προς τον Ελληνικό λαό στην Αίγινα, το 1828, φράση της Καινής Διαθήκης, από την προς Ρωμαίους επιστολή.)
Απευθυνόμενος λοιπόν κυρίως στα παιδιά τα χαιρετίζω, όπως και όλους εσάς, λέγοντάς σας,
Χρόνια πολλά Ελλάδα!
Χρόνια πολλά Έλληνες!