Ἀπόδοση σέ ἁπλή γλῶσσα
Ἐκεῖνο τὸν καιρό, πλησίασε τὸν ᾿Ιησοῦ ἕνας ἄνθρωπος, γονάτισε μπροστά του καὶ τοῦ εἶπε· «Κύριε, σπλαχνίσου τὸν γιό μου, γιατὶ εἶναι ἐπιληπτικὸς καὶ ὑποφέρει· πολλὲς φορὲς μάλιστα πέφτει στὴ φωτιὰ καὶ στὸ νερό. Τὸν ἔφερα στοὺς μαθητές σου, ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν». ῾Ο ᾿Ιησοῦς ἀπάντησε· «Γενιὰ ἄπιστη καὶ διεφθαρμένη, ὣς πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; ῝Ως πότε θὰ σᾶς ἀνέχομαι; Φέρτε τόν μου ἐδῶ». ῾Ο ᾿Ιησοῦς ἐπιτίμησε τὸ δαιμόνιο, καὶ βγῆκε ἀπ᾿ αὐτόν· ἀπὸ κείνη τὴν ὥρα τὸ παιδὶ γιατρεύτηκε. Πῆγαν τότε ἰδιαιτέρως στὸν ᾿Ιησοῦ οἱ μαθητὲς καὶ τὸν ρώτησαν· «Γιατί ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ τὸ βγάλουμε;» «᾿Εξαιτίας τῆς ἀπιστίας σας», τοὺς εἶπε ὁ ᾿Ιησοῦς. «Σᾶς βεβαιώνω πώς, ἂν ἔχετε πίστη ἔστω καὶ σὰν κόκκο σιναπιοῦ, θὰ λέτε σ᾿ αὐτὸ τὸ βουνὸ “πήγαινε ἀπὸ δῶ ἐκεῖ”, καὶ θὰ πηγαίνει· καὶ τίποτα δὲν θὰ εἶναι ἀδύνατο γιὰ σᾶς. Αὐτὸ τὸ δαιμονικὸ γένος δὲν βγαίνει παρὰ μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία». ᾿Ενῶ οἱ μαθητὲς περιέρχονταν τὴ Γαλιλαία, τοὺς εἶπε ὁ ᾿Ιησοῦς· «῾Ο Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου πρόκειται νὰ παραδοθεῖ σὲ χέρια ἀνθρώπων· θὰ τὸν θανατώσουν, καὶ τὴν τρίτη μέρα θὰ ἀναστηθεῖ».